Γκρίνια του Θείου – Vol.2

Γκρίνια, γκρίνια, γκρίνια.

Και γκρίνια.

Από την ώρα. το λεπτό, την στιγμή που τέλειωσε και η τελευταία γιορτή του δεκαπενθήμερου, του Αϊ-Γιαννιού, επανερχόμαστε στην πρωτογονική μας φάση.

Πάνε οι μέρες οι Άγιες, πάνε και οι αργίες. Πάει το ραχάτι, πάει η υπερκατανάλωση σε αλκοόλ και φαγητό, πάει η δικαιολογία του ξενυχτιού.

Και επανέρχεται και πάλι το εθνικό σπορ του νεοέλληνα.

Η γκρίνια.

«Έρχεται το ρεύμα, να δω πως διάολο θα πληρώσουμε τώρα» ακούγεται από κάπου.

«Εγώ έχω ΕΝΦΙΑ τελευταία δόση, έχω κι εφορία να πληρώσω, που θα τα βρω;» από κάπου αλλού.

Εγώ έχω να αντιμετωπίσω πολλούς στρουθοκάμηλος, που παρά το ανάστημα τους ωσάν πτηνά κι όσα θα μπορούσαν να επιτύχουν αν το αναδείκνυαν, απλά χώνουν την κεφάλα τους στην άμμο και κρύβονται.

Γιατί, η έρμη η στρουθοκάμηλος νομίζει ότι όταν δεν βλέπει τον άνθρωπο με το ντουφέκι, δεν την βλέπει κι εκείνος.

Σαν κι εμάς.

Κι όσο έρχονται οι οικονομικές οι σφαλιάρες, έρχονται παράλληλα και οι κλωτσιές στα αρχίδια από εθνοσωτήρες της οκάς. Αναμασιούνται σε διάφορες εικονικές ξεναγήσεις αφεντικών φράσεις και έννοιες όπως:

«Στρατηγέ μου, ιδού ο στρατός σας» αλλά θα ήθελα να το μεταφράσω σαν,

«Αγαπητή μου Στάζι, ιδού οι υπάλληλοι σου».

Ντροπή, παραφέρεσαι.

Α, όσον αφορά το διαζύγιο που λέγαμε την προηγούμενη φορά … ήρθε. Τα βρήκαν τα παιδιά και δόξα τω θεώ δηλαδή που βγήκε συναινετικό.

Αλλά ο γαμπρός αντικαταστάθηκε αμέσως, μη μείνει η νύφη πολύ ώρα μόνη και ξεσυνηθίσει το στρώμα.

«Κρεβατογεμίστρα, το περιποιήθηκες το αγόρι;» φωνάζουν οι γειτόνοι. Εμείς, δηλαδή. Οι γειτόνοι.

Μόνο γαβγίσματα.

 

 

Καλά είμαστε έτσι, άραγμα, κολάτσισμα κι άμα λάχει ρίχνουμε και καμιά χριστοπαναγία στο άπειρο να λέμε ότι κάτι κάνουμε.

Και γκρίνια, πολύ πράμα ρε αδερφέ από δαύτην. Γκρίνια.

Το αστείο είναι ότι γκρινιάζουμε για αηδίες, γιατί αν το σκεφτείς αηδίες είναι, ενώ χάνουμε τον πραγματικό λόγο που θα πρέπει να γκρινιάζουμε.

Γιατί, ναι, πρέπει πάντα να υπάρχει ένας λόγος να γκρινιάζουμε.

Άκου εκεί, τι δηλαδή, θα πρέπει μήπως να είμαστε ευχαριστημένοι με τις ζωές μας και να σταματήσουμε να έχουμε λόγο ύπαρξης; Να σταματήσουμε να έχουμε γκρίνια στην ζωή μας;

Για την ζωή μας;

Η αποστολή μας αυτή είναι.  Η γκρίνια, κι όταν δεν αλλάζει η πραγματικότητα μας εκείνη φταίει.

Οπότε πάλι γκρινιάζουμε, επειδή γκρινιάζοντας δεν αλλάξαμε το οτιδήποτε κι έρχεται σαν αποτέλεσμα κι άλλη …γκρίνια. Ένας χαώδης κύκλος ανουσίας περιτριγυρίζει το είναι μας ολόκληρο.

Το ωραίο και συνάμα όμορφο είναι ότι δεν το καταλαβαίνει κανένας. Μα κανένας μας, ωρε.

Όποτε ακούγεται η ρήση:

«Άι στο διάολο, ζωή είναι αυτή, να πάνε στο σα’ πέρα όλοι, θα τα πάρω στο κρανίο και θα τους ανατινάξω.

Ε, ρε πως μας καταντήσανε, θυμάσαι ρε Ασημάκη τα παλιά, καλά χρόνια;» μεταφράζεται στο έρμο το νιονιό μας σαν:

«Οι αστοί τρομάξανε και κάστρα φτιάξανε να κλείσουν τα παιδιά των εργατών

Μ’ αυτοί με μια γροθιά, σπάζουνε τα δεσμά, τα κάστρα καταργούνε των αστών»

Η μεγαλύτερη των ψευδαισθήσεων είναι να νιώθεις δραστήριος στο απόγειο της οκνηρίας σου κι επαναστάτης στην γούβα του καναπέ σου.

Τι αντιλαμβάνεσαι πρώτα;

Την  παντελή έλλειψη θέλησης για ζωή, τον απίστευτο τρόπο που έχεις βολευτεί στον καναπέ σου ή την γούβα που έχεις δημιουργήσει και πας να γίνεις κι εσύ καναπές σιγά-σιγά;

Όχι, αντιλαμβάνεσαι το χρώμα του καναπέ.

Δεν ταιριάζει με την σημερινή ιδεολογική σου ημέρα, οπότε πρέπει να αλλαχτεί. Οπότε χρειάζεσαι λεφτά για να τον αλλάξεις.

Οπότε τι κάνεις;

Γκρινιάζεις.

Μοιραστείτε το:

Similar Posts