Γρήγορο update: άυπνος για μια μέρα ολόκληρη, καφές και μπύρες έχουν αρχίσει να ρέουνε στις φλέβες αντί για αίμα και το φαγητό της μάνας μου σαπίζει στο ψυγείο εδώ και κανένα δεκαήμερο.

Όλα καλά, στο τέλος θα νικήσουμε.

«Να σε δώσω ένα χαστούκι γεμάτο με όλη την παλάμη στα μαγούλια να σε πω εγώ, σιχαμένε» με μαλώνω.

Μέσα στην ειρωνεία είμαι ώρες – ώρες. Μαλώνω με εμένα. Και με ποιον να μαλώσεις ρε μεγάλε; Αφού δεν έχεις κανέναν γύρω σου, μοναχός σου θα ψοφήσεις.

Και ούτε γρύλοι να μην ακούγονται αφού πω στον εαυτό μου κάτι τέτοιο.

Θα τον πλακώσω κάποτε, που θα πάει η δουλειά. Μια στραβή και ένα λάθος θα κάνει, τότε θα του χιμήξω. Ή θα του ζουπήξω ένα μαξιλάρι στον ύπνο του. Να γκαγανιάσει, να πλαντάξει, να γίνει σαν κρεμ καραμελέ το μούτρο του.

Ή να τον ρίξω από το μπαλκόνι;

Όχι, σιχαίνομαι τα αίματα. Και τα φοβάμαι.

Καλώς ήρθες αγαπητέ μου σε ένα ακόμη ανάθεμα. Μάλλον σε ένα ακόμα Ανάθεμα, με κεφαλαία. Ξημερώσαμε και σήμερα όπως και κάθε μέρα σε αυτή την πανέμορφη χώρα του φωτός.

Όχι την Πόλη του Φωτός, αυτή είναι άλλη και δικαιολογεί το όνομα της. Στην δικιά μας τη χώρα του φωτός, που όσο λούζεται από δαύτο, τόσο μέσα στα μαύρα τα σκοτάδια και τα άραχνα κολυμπάει.

«Γιατί ρε μεγάλε, τι πάει στραβά με τη χώρα και τα σκοτάδια και τα φώτα της;» αναρωτιέσαι τώρα εσύ αγαπημένε μου ψηφοφόρε. Ναι, θα κατέβω κι εγώ για Δημοτικός Σύμβουλος, περιμένω την ψήφο σου.

Αναγούλιασα, πάμε παρακάτω.

Πρώτον, στραβά με τη χώρα πας εσύ που δεν γνωρίζεις ότι πάει κάτι στραβά γενικά με τη χώρα σου. Πλεονασμός, πλεονασμός λέξεων. Αλλά κατάλαβες.

Δεύτερον, στραβά πάει και ο γιαλός κι εμείς που αρμενίζουμε στραβά νομίζοντας ότι το παίρνουμε ολόισια.

Ξεκίνησε η νηστεία.

Γιούπι και χορός, πλησιάζουμε σαν ευσεβείς πιστοί και καλοί Χριστιανοί (με κεφαλαία πάντα) στη Θέωση. Αν και δε θυμάμαι τον ίδιο το Χριστό να αναφέρει κάτι για νηστεία και στερήσεις τροφής κι άλλων αγαθών για σαράντα μέρες.

Μπήκαμε στις μέρες που ότι και να έκανες τον προηγούμενο χρόνο, σβήνεται. Αρκεί να απέχεις από κρέας κι από πειρασμούς λοιπούς για λίγες ημέρες και το Σάββατο της Αναστάσεως να πας να κοινωνήσεις.

Μπουμ, αμαρτίες σβήστηκαν. Είσαι πλέον με λευκό μητρώο και μπορείς να συνεχίσεις τη ζωή σου πεντακάθαρος. Μπορείς να ξανακάνεις άλλες τόσες μέχρι τον επόμενο χρόνο και την  επόμενη νηστεία η οποία θα σβήσει τις καινούργιες αμαρτίες που θα δημιουργήσεις.

Επειδή είσαι ένα αμαρτωλό ον, είναι σίγουρο ότι θα αμαρτάνεις, θα ξεστρατίσεις από το δρόμο το σωστό.

Και η ζωή κυλάει χαρούμενα και χωρίς σκοτούρες στη Μόρντορ.

Από τις μεγαλύτερες φρίκες που θυμάμαι να έχω καταπιεί και να έχω νιώσει στη ζωή μου, ήταν μια δήλωση μιας κυρίας της εκκλησίας. Παλιά ήμουν φανατικός του κινήματος, ακολουθούσα σε εκδρομές και μοναστήρια, δεν είχα αφήσει εικόνα για εικόνα απροσκύνητη.

Ωραίες εποχές.

Αυτή η γυναίκα λοιπόν, σε μια τέτοια εκδρομή μέσα σε ένα πούλμαν, είχε τη φαεινή ιδέα να σχολιάσει κάτι που είχε ακούσει από μια καλόγρια εκείνη τη μέρα στο μοναστήρι που είχαμε πάει επίσκεψη.

Συνθήματα εν τω μεταξύ, ο παπάς να οργανώνει κερκίδα, ξυλίκια με τους παππούδες που είχαν έρθει να την πέσουν στο πούλμαν μας. Ο χαμός γινόταν.

Λέει λοιπόν η κυρία, μαυροφορεμένη με κοντά άσπρα μαλλιά και κάτι γαλάζια βαθιά μάτια, σε κοίταζε και σε υπνώτιζε.

«Ε, σε δύο χρόνια θα έρθει κι η Δευτέρα Παρουσία, πάλι καλά που εμείς το ξέρουμε και τώρα με τη νηστεία θα σωθούμε» και γυρνάει σε εμένα ενώ συνεχίζει «θα πάμε σε ένα μέρος που δε θα πονάμε ούτε θα κλαίμε, θα ζούμε αιώνια.»

Και μου χαμογελάει, αλλά το χαμόγελο δεν έφτασε στα μάτια της.

Πάγωσα, το μόνο που ρώτησα την κυρία αυτή ήταν:

«Η μαμά μου θα έρθει;» σιγά – σιγά, ίσα που ακούστηκε η ερώτηση μου. Σίγουρα θα είχα αρχίσει και να τρέμω, δεν ήμουν ούτε δέκα χρονών τότε.

«Δε θα τη γνωρίζεις, δε θα έχεις ούτε μαμά αλλά ούτε και μπαμπά. Αλλά θα έχεις το Θεό μαζί σου» είπε και πήγε ή να με αγκαλιάσει ή να μου πιει το αίμα.

Κι εκεί κάπου άρχισα να κλαίω.

Και τι σχέση έχει ρε μάστορα αυτή η εμπειρία σου με τον Σκοταδισμό από την αρχή; Λέγε και μας έπρηξες.

Σου απαντώ με μια ερώτηση. Αν έβγαλες κάποιο νόημα από ότι σου περιέγραψα, αν συνέδεσες το νόημα σου με σημερινές καταστάσεις, τι σκατά έχει αλλάξει;

Και σου απαντώ εγώ, δεν περιμένω. ΤΙΠΟΤΑ.

Ακόμη σήμερα οι φανατικοί διοικούν, οι φανατικοί καπηλεύονται διδαχές που δεν έχουν καταλάβει, οι φανατικοί προσπαθούν να κρατήσουν την Ελλάδα με αλυσίδες στο παρελθόν. Κολλημένη στο Πίσω χωρίς να μπορεί να δει το Μπροστά.

Ξέχασα, Μόρντορ.

Η Ελλάδα ήταν κάποτε Ελλάδα.

Μοιραστείτε το: