Να σας διηγηθώ μια ιστορία, μια ιστορία που μου την είχε πει κάποτε ο παππούς μου. Παλιά, όταν ήμουν κι εγώ παιδάκι, περνούσα όλο το καλοκαίρι μου στο χωριό. 

Το βράδυ, πολύ δύσκολα θα με έπαιρνε ο ύπνος, ήμουν ένα ανήσυχο μικρό τέρας. Μπορεί όλη την ημέρα να ήμουν κάπως νωχελικός, μπορεί να με έβλεπες και να σκεφτόσουν: 

“Κρίμα το παιδάκι, είναι λίγο αργόστροφο, κοίταξε το. Ούτε να χαμογελάει δεν έμαθε ακόμη κι έχει ήδη πάει δέκα χρονών.

Τί μπορεί να το βασανίζει από τώρα; Όλη η ζωή μπροστά του είναι.”

Όμως η αλήθεια απείχε παρασάγγας.

Μπορεί να ήμουν μίλια μακριά από κάθε δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της ημέρας, όμως καθώς σκοτάδιαζε η νύχτα, κάτι μέσα μου ξυπνούσε.

Δεν ήθελα να χωθώ κάτω από τα σκεπάσματα.

Ήθελα να σηκωθώ από το παλιό κρεβάτι που προσπαθούσε να με κοιμίσει ο παππούς μου και να ξεχυθώ έξω, στο άγνωστο. 

~~

Πηγή εικόνας: https://www.finerminds.com/

~~

Το βράδυ της ιστορίας, τού είχα κάνει το βίο λιγάκι αβίωτο. Ήμασταν στο παλιό σπίτι ακόμη, ο παππούς ήταν στα καλά του.

Ακόμη.

Μπορούσε να με γνωρίσει, να καταλάβει τον εγγονό του. Κάθε βράδυ εκεί παλεύαμε, στο δωμάτιο όπου αργότερα θα περνούσε τις τελευταίες του ώρες. 

Έτσι λοιπόν, μέσα στα κλάματα τα δικά μου και στα παρακάλια του παππού, έπεσε από το κομοδίνο το βιβλίο που διάβαζα εκείνες της μέρες.

Το Νησί των Θησαυρών.

Ο παππούς έσκυψε και μηχανικά το σήκωσε. Διάβασε τον τίτλο, γύρισε τα μπλε βαθιά σαν το γαλάζιο της θάλασσας μάτια του σε εμένα, ρωτώντας με: 

“Σ’ αρέσουν οι ιστορίες με κουρσάρους;” με τη φωνή του μελιστάλαχτη.

Έβλεπα αργά να σχηματίζεται ένα χαμόγελο στο από χρόνια ρυτιδιασμένο του πρόσωπο. 

~~

Πηγή εικόνας: https://www.artstation.com/

~~

“Κουρσάρους; Πειρατές εννοείς; Ναι, σε ποιόν δεν αρέσει να ταξιδεύει στη θάλασσα και να κάνει ότι του αρέσει;

Να βρίσκει θησαυρούς, να πολεμάει κακούς, να παλεύει για το καλό;” του αντιγύρισα την ερώτηση με μια ανάσα. 

Περίμενα να χαθεί το χαμόγελο του. Όμως ο παππούς σηκώθηκε, τράβηξε την κουνιστή ξύλινη καρέκλα που βρισκόταν στην άκρη του δωματίου και την έφερε δίπλα στο κρεβάτι.   

Βολεύτηκε, άφησε στο κομοδίνο το βιβλίο και μου είπε: 

“Σε όλους μας αρέσουν οι ιστορίες με πειρατές.

Θα σου πω μια που θυμάμαι από τα χρόνια που γύριζα εδώ κι εκεί. Την είχα ακούσει κάποτε, στο βουνό, όταν έψαχνα για…” και σταμάτησε.

Είχα καταλάβει ότι αναφερόταν στον πόλεμο. Στιγμιαία, το πρόσωπο του σκοτείνιασε. Κατέβασε το κεφάλι του. 

“Έλα, τώρα είμαστε εδώ. Μαζί. Πες μου την ιστορία σου.”

Ίσως να ακούστηκα λιγάκι επιτακτικός. Αλλά δεν ήθελα να στεναχωρηθεί, ενώ γύριζε το μυαλό του πάλι σε εκείνα τα χρόνια. 

Ο παππούς σήκωσε το κεφάλι και με ανακούφιση είδα το χαμόγελο του να βρίσκεται ξανά στη θέση του. 

“Δεν είναι δικιά μου ιστορία” είπε χαμηλόφωνα. “Είναι η ιστορία ενός ερωτευμένου Καπετάνιου κι ενός παλιού θησαυρού.” 

~~

Πηγή εικόνας: https://gr.pinterest.com/

~~

Ένας Ολλανδός καπετάνιος είναι ο ήρωας της ιστορίας. Τον έλεγαν Τζόουνς. 

Είχε πολλά χρόνια στην πλάτη του στο ναυτικό της χώρας του.

Ξέρεις, όταν ξεκίνησε κι η Ολλανδία τα ταξίδια για το Νέο Κόσμο, πολλοί ναυτικοί της άλλαξαν. 

Άλλοι λένε ότι οι μήνες που περνούσαν στη θάλασσα τους οδηγούσαν στην παράνοια.

Ξέρεις, δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο να ταξιδεύεις ατενίζοντας μόνο το μπλε της θάλασσας.

Και καλά, εντάξει, όταν τα νερά είναι ήρεμα, ναι, σου προσφέρει μια γαλήνη. Μια ηρεμία στην ψυχή σου.

Όταν έρχονται οι καταιγίδες, εκεί είναι τα ζόρια.  

~~

Άλλοι λένε πως αυτά που είδαν στο Νέο Κόσμο τους άλλαξαν.

Καινούργια Γη με νέους τρόπους ζωής, ζώα και φύση που δεν είχαν συνηθίσει οι Ευρωπαίοι.

Καινούργιες εικόνες και το μυαλό των ανθρώπων τότε δεν ήταν όπως είναι το δικό μας σήμερα.  

Οι Ιθαγενείς είχαν εντυπωσιάσει και τους Ολλανδούς, μετά τους Πορτογάλους.

Οι τρόποι τους, το ντύσιμο τους, τα έθιμα τους. Και όπως σε κάθε αποικιοκράτη, έβγαλαν προς τα έξω το χειρότερο εαυτό τους.

Ξέρεις τί ακριβώς έκαναν οι Ευρωπαίοι στους Γηγενείς, το έχουμε ξαναπεί. 

~~

Ο Τζόουνς δεν επηρεάστηκε από τη θάλασσα και το πολύμηνο ταξίδι του, ούτε από το Νέο Κόσμο κι όσα είχε η φύση του να του δείξει.

Ο Τζόουνς πολύ απλά, αγάπησε. 

Ναι, θα με πεις τώρα ρομαντικό, θα νομίσεις ότι όλα αυτά τα έβγαλα από το μυαλό μου. Όμως όχι, έτσι τα άκουσα.

Κι από όσα έχω μάθει μέχρι σήμερα, έτσι συνέβησαν.

Από την άλλη, τίποτα για το συγκεκριμένο καπετάνιο δεν έχει διασταυρωθεί επίσημα.

Οπότε μπορεί και κάποιο μυαλό να έπλασε ετούτη την ιστορία κάποτε.  

~~

Πηγή εικόνας: https://www.imdb.com/

~~

Σε αυτή την πόλη, το Μανχάταν νομίζω, τη γνώρισε.

Αν και οι Ολλανδοί θα αγόραζαν αργότερα από τους Ιθαγενείς την περιοχή αυτή. Επειδή μην ξεχνάς ότι η ιστορία μας διαδραματίζεται γύρω στο 1600.

Και η αγορά…” κι εκεί πάνω τον διέκοψα. 

“Νομίζω ότι οι ημερομηνίες δεν ταιριάζουν παππού. Οι Ολλανδοί άργησαν να φτάσουν στην Αμερική κι όταν αγόρασαν το…” όμως ο παππούς με σταμάτησε σηκώνοντας το χέρι του. 

“Μια καλή ιστορία έχει πολύ λίγη αλήθεια μέσα της.

Ίσα – ίσα τόση ώστε να γίνει πιστευτή κι ωραία.

Άκου τώρα” μου είπε ενώ συνέχισε να κουνιέται πέρα δώθε στην καρέκλα του.

~~

~~

Υ.Γ. : Η πραγματική ιστορία του Davy Jones δε μπορεί να διασταυρωθεί από πηγές.

Μπορεί να υπήρξε, μπορεί και όχι.

Το παραπάνω κείμενο καθώς και το επόμενο, είναι μια προσωπική προσέγγιση του χαρακτήρα.

Από όσα έχουν γραφεί κατά καιρούς, αλλά και από όσα είδαμε στις ταινίες Pirates Of The Caribbean.

Μοιραστείτε το: