“Μοιάζει με λάθος, είναι ένα λάθος, κάνω λάθος.”
Ψίθυροι μέσα στο αυτί μου που δε βγαίνουν από το στόμα κανενός. Ψίθυροι που υπάρχουν ενώ δεν υπάρχουν πουθενά.
“Είσαι μια αποτυχία, ότι και να προσπαθήσεις θα πάει στράφι, είσαι ένα λάθος των γονιών σου κι αυτό θα παραμείνεις.”
Πάλι οι Ψίθυροι έρχονται στο αυτί μου, το φως είναι αναμμένο κι εγώ έχω βγάλει τα μάτια μου. Ώρες ολόκληρες με ένα βιβλίο στο χέρι, για ποιό λόγο;
Κανείς δε μου εξήγησε.
Κανένας δε μου είπε σε τί ακριβώς θα μου φανούν χρήσιμες οι πληροφορίες αυτές.
~~
“Θα μπεις σε μια καλή σχολή και σε λίγα χρόνια θα τη βγάλεις. Θα τελειώσεις με το καλό και την πρακτική σου, θα βρεις μετά και μια δουλίτσα.
Έτσι θα προκόψεις στη ζωή σου, θα γίνεις άνθρωπος χρήσιμος στην κοινωνία.
Ε, κι όταν έρθει η ώρα, θα ανοίξεις κι εσύ το σπιτάκι σου. Να χαρούμε κι εμείς, έχουμε να περιμένουμε κι άλλη καμία χαρά;
Εσύ είσαι η χαρά μας.”
Κι εγώ νόμιζα ότι ήμουν το λάθος σας, σκέφτομαι.
Ανατριχιάζω όποτε θυμάμαι αυτές τις κουβέντες.
~~
Αφήνω το βιβλίο στο κομοδίνο και σηκώνομαι, πηγαίνω προς το παράθυρο. Μεσάνυχτα κοντά και ο καιρός έχει φτιάξει.
Έχει αφόρητη ζέστη, ακόμη και τώρα, νυχτιάτικα.
Κάνω να πάρω ένα μπουκάλι νερό από το γραφείο μου.
Ναι, για κάποιο λόγο είχα πάντα ένα γραφείο. Και δεν είμαι η εξαίρεση θαρρώ.
Από μικρούς και μικρές μας το “φοράνε” στο δωμάτιο μας οι γονιοί. Δεν ξέρω γιατί, ποτέ δεν κατάλαβα, δε ρώτησα και δεν έμαθα.
Ίσως γιατί όταν μεγαλώνεις σε ένα χώρο με ένα γραφείο και μια περιστρεφόμενη καρέκλα, πιο εύκολα προσαρμόζεσαι σε μια μελλοντική καριέρα που σου ρουφάει τη ζωή.
~~
“Πώς θα γίνει με το που βγάλεις τη σχολή, με το καλό, να σου βρούμε μια δουλίτσα σε κανένα γραφείο;
Ή στο Δημόσιο; Μη με κοιτάζεις έτσι. Να σου πω κάτι; Μήνας μπει, μήνας βγει ο μισθός σου θα μπαίνει. Μια χαρά θα είναι.”
Ψίθυροι και πάλι, αυτή τη φορά είναι γνωστές οι φωνές που ακούω. Ομοιάζουν λίγο με τους γονιούς μου τους έρμους. Έναν καημό έχουνε εδώ και τρία χρόνια, να περάσω με καλό βαθμό στο “Πανεπιστήμιο”, έτσι το λένε σε όλους.
“Το Πανεπιστήμιο” – λες και είναι ένα τεράστιο σπίτι όπου πρέπει να μπεις. Θες – δε θες, μπορείς – δε μπορείς, έχει – δεν έχει ουσία.
Να μπεις ένα παιδί και να βγεις ένας ενήλικας.
Μυαλωμένος κι αποφασισμένος να χρησιμοποιήσεις όσα έμαθες στο μεγάλο εκείνο σπίτι για να βγάλεις τη ζωή σου με το κεφάλι ψηλά.
Για αυτό προσπαθείς όλα σου τα χρόνια.
“Λάθος, όλα είναι ένα λάθος, το ξέρεις αλλά δε μπορείς να κάνεις και κάτι.
Δε μπορείς να κάνεις τίποτα. Ένα λάθος που το συνεχίζεις εσύ και θα το συνεχίζουν και οι επόμενοι των επόμενων από εσένα.”
~~
Ναι, το ξέρω.
Πάλι οι Ψίθυροι έρχονται κι εγώ κοιτάζω έξω. Ήσυχο το βράδυ, κόσμος πάει κι έρχεται κι όμως δεν ακούω κανέναν τους. Έχω να σκεφτώ το αύριο και το τελευταίο μου μάθημα.
Επιτέλους θα τελειώσει αυτό το λάθος, θα τελειώσει ένα ψυχοφθόρο μαρτύριο.
Σήκω, διάβασε, φάε κάτι να σε κρατήσει μέχρι το βράδυ που θα λιποθυμήσεις από το διάβασμα της ημέρας.
Κάθε μέρα για έναν ολόκληρο χρόνο το ίδιο μοτίβο. Αλλά φτάνει, ως εδώ κι αρκετά. Όχι, δεν είμαι λάθος και δε σκέφτομαι τίποτα “λάθος.”
Απλά βαρέθηκα.
~~
Γυρνάω το κεφάλι μου και το ρολόι στον τοίχο γράφει: “Τρεις το πρωί.”
Πότε πέρασε ένα τρίωρο; Απλά κοιτάζω έξω, απλά κοιτάζω κάπου που δεν υπάρχουν σελίδες ατέλειωτες με άχρηστες πληροφορίες που θα μου καθορίσουν το μέλλον.
Πότε πέρασε η ώρα;
Ξαπλώνω στο κρεβάτι μου και πιάνω από το κομοδίνο το βιβλίο που μου κρατούσε συντροφιά εδώ και μέρες.
Το σηκώνω και το κοιτάω.
“Λάθος μου που σου έδωσα τόση σημασία” ακούστηκαν και πάλι οι Ψίθυροι.
Κι εδώ είναι σωστοί, έχουν δίκιο. Αυτοί είναι οι δικοί μου οι Ψίθυροι.
Με δύναμη πετάω το βιβλίο στον τοίχο με την υπόσχεση στον εαυτό μου να μη το ξαναπιάσω ποτέ στα χέρια μου.
Κλείνω το φως και γυρίζω το πλευρό.
Κλείνω τα μάτια ενώ προσπαθώ να διώξω το αύριο από το μυαλό μου.
Έχω λίγες ώρες ακόμη στο σήμερα, έχω λίγες ώρες ακόμη με τον εαυτό μου ήρεμο.
~~
Ξέρεις, αν μπορούσα να πάρω τον έλεγχο της ζωής μου, δε θα διάβαζα δώδεκα ώρες την ημέρα. Θα ακολουθούσα το μεγάλο μου όνειρο.
Κάθε βράδυ, όταν χαλαρώνω, βλέπω στον ύπνο μου μια τεράστια σκηνή κι από κάτω κόσμο. Όρθιο, να χειροκροτεί εκστασιασμένος.
Κι εγώ επάνω στη σκηνή να υποκλίνομαι.
Να αισθάνομαι περήφανος για τον εαυτό μου αλλά πάνω από όλα να αισθάνομαι χαρούμενος.
Κάτι που έχω να αισθανθώ αρκετό καιρό.
“Πάλι λάθος σκέφτεσαι, πάλι όνειρα κάνεις που ποτέ δε θα πραγματοπιηθούν.
Έχεις μπει σε ένα καλούπι, νιώσ’ το όσο είναι νωρίς. Τα όνειρα είναι για τους ανόητους.”
‘Οχι Ψίθυροι, το να παραιτείσαι από τα όνειρα σου είναι για τους ανόητους. Κι αν εγώ υπήρξα ένας, θα προσπαθήσω ο επόμενος από εμένα να μη γίνει.
Δεν είναι λάθος να έχεις όνειρα, λάθος είναι να τα ξεχνάς.
Ακόμη μεγαλύτερο λάθος είναι να προσπαθείς να ακολουθήσεις τα όνειρα των άλλων.
Εγώ δεν προλαβαίνω, όμως εσύ φτιάξε, κυνήγησε, ακολούθα και ζήσε τα δικά σου.
~~
Comments by Απόστολος Σαμακοβλής