Ξαναγύρισες, ε;

Από τον στρατό έχω να την χρησιμοποιήσω την φράση αυτή.

Για κάποιο λόγο ήταν πολύ της μόδας τότε.

Ήταν τόσο ανούσιο αλλά και τόσο πολυφορεμένο από όλους τους φαντάρους, που απλά θέλοντας και μη το χρησιμοποιούσα κι εγώ.

«Ξαναγύρισες, ε;» άκουγες να ρωτάει ένας παλοσειράς ένα νεούδι μετά από σκοπιά δύο – τέσσερις.

Ε, ναι ρε αδερφέ, ξαναγύρισα στον θάλαμο, που θα μπορούσα να πάω δηλαδή;

Ξαναγύρισες, ε;

Ακόμα κι όταν πήγαινες για κατούρημα. Και επέστρεφες στον θάλαμο, σε αυτό το χάος κακοσμίας, ηλιθιότητας και μαλακίας.

Και σήμερα θυμήθηκα την φράση αυτή. Γιατί ξαναγύρισε η Μαύρη Παρασκευή. Όχι αυτή που πενθούμε τον Χριστό, η Μεγάλη που λένε.

 

 

Η άλλη. Η Black Friday.

Όπως λέει και ο σοφός ελληνικός λαός: “Καράβι που αργεί να ‘ρθει, σκατά είναι φορτωμένο”.

Αντί για αργεί, ας βάλουμε την φράση: ” …που έρχεται κάθε χρόνο στο ίδιο ακριβώς λιμάνι, διαλαλώντας ότι κουβαλάει πραμάτειες από φημισμένες χώρες του κόσμου και τις πουλά σε τιμές ευκαιρίας”.

Πήγα να κάνω μια μεταφορά με Σεβάχ, αλλά απέτυχα.

Τέλος πάντων.

Εικόνες από ουρές Αμερικάνων πολιτών την ημέρα αυτή, έχουμε δει όλοι.  Μάλλον ακόμη καλύτερα, βλέπουμε όλοι κάθε χρόνο εδώ και δεκαετίες.

 

 

Ειδικά όσοι από εμάς μεγαλώσαμε τις προηγούμενες δεκαετίες.

Τότε που η μόνη έγνοια μας ήταν τι θα φορέσουμε το Σάββατο στην επίσκεψη στην νονά μας. Τέτοιες εικόνες στις τηλεοράσεις έσκαγαν σαν βόμβες, μαζί με σχόλια όπως:

“Τραυματίστηκαν δύο πολίτες στην προσπάθεια τους να αρπάξουν το τελευταίο dvd player της στοίβας”. Ή ανάλογου περιεχομένου, αλλά με περισσότερη δράση:

“Στα χέρια πιάστηκαν δύο Αφροαμερικάνοι (πάντα οι κακοί αυτοί Αφροαμερικάνοι) μετά από έντονη λογομαχία για την σειρά προτεραιότητας στην ουρά αναμονής έξω από το τάδε πολυκατάστημα”.

Μαγικές στιγμές.

 

 

Και τότε σαν μικροί και αθώοι λέγαμε κι εμείς:

“Ε, ρε δεν θα γίνουμε  κάποτε Αμερική;

Να έρθει και εδώ αυτό που αγοράζεις ηλεκτρονικά μισή τιμή. Να δούμε κι εμείς ότι βλέπουν εκείνοι, γιατί δηλαδή, εμείς ήμαστε κατώτεροι κι αυτοί ανώτεροι;”

Και πολιτική διαπίστωση οι δεκάχρονοι εαυτοί μας.

Πέρασαν χρόνια και με ρίγη συγκίνησης είδα την πρώτη αναγγελία της Μαύρης Παρασκευής.

Στην Ελλάς του 2000 και κάτι, θα ποδοπατηθούμε κι εμείς ωσάν άλλοι πολιτισμένοι συνάνθρωποι μας για ένα καινούργιο PlayStation.

Αμέσως είπα ναι, θα αδράξω από τα μαλλιά την ευκαιρία και θα πάω πρωί-πρωί έξω από το τάδε κατάστημα.

Να είμαι κι εγώ ο πρώτος που θα ορμήσει μέσα στο κατάστημα και θα κρατήσει ΠΡΩΤΟΣ την κονσόλα σε προσφορά.

Να παίξω και μπουνίδια εάν χρειαστεί με τον οποιοδήποτε τολμήσει να κοιτάξει έστω την κονσόλα που έβαλα στο μάτι.

Όχι παίζουμε, μια φορά τον χρόνο έρχεται πλέον και σε εμάς τέτοια ημέρα.

Δεν θα εκμεταλλευτούμε το γεγονός ότι υπάρχει τόσο μεγάλη έκπτωση; Όχι μόνο σε ηλεκτρικές συσκευές αλλά σε οτιδήποτε καταναλώνεται.

Δηλαδή δεν αξίζουμε κι εμείς μια, ΜΙΑ φορά να ξοδέψουμε τα λεφτά μας σε κάτι που θα μας δώσει χαρά;

Τόσο έχουμε ταλαιπωρηθεί από τα μνημόνια και τις κακουχίες τις οικονομικές.

 

 

Και ακούγεται ψιθυριστά ο Μαύρος Παρασκευάς στα αυτιά όλων των καταναλωτών, μαζί και στα δικά μου, να λέει:

“Ξαναγύρισες, ε;”

Τελικά ξύλο δεν έπαιξα, δεν κατέβηκα επειδή αποφάσισα να μεταφέρω σκέψεις εδώ μέσα.

Έχασα προσφορές και ευκαιρίες, ξέρω ότι θα μετανιώσω αύριο.

Όταν θα κοιτάζω την 42άρα Led μου να έχει συνδεδεμένο επάνω της το PlayStation3 κι όχι το 4.

Όταν αηδιασμένος θα σούρνω την μπάρα στο Samsung το περσινό, ενώ έξω κάπου κυκλοφορεί το καινούργιο.

Όταν θα φοράω τα πολυκαιρισμένα μου Nike ενώ το ζευγάρι που έβαλα στο μάτι βγήκε στο κόστος λόγω της Black Friday.

Τι να κάνεις, θα ζήσω με αυτό και θα περιμένω τον επόμενο χρόνο. Ίσως οι τιμές και οι προσφορές να είναι καλύτερες.

 

 

Και εντελώς τυχαία μόλις άκουσα μια φράση του Χρόνη Μίσσιου στην τελευταία νομίζω συνέντευξη του:

“Πρέπει να ξαναβρούμε τις αξίες της ζωής μας.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτό το δώρο που το λέμε ζωή, που μας χαρίζετε άπαξ, πρέπει να το ζήσουμε, να το χαρίσουμε.

Πρέπει να ξαναγυρίσουμε σε κοινότητες μικρές, στην Άμεση Δημοκρατία, όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να κοιτιούνται στα μάτια, να κατανοεί ο ένας τον άλλον, να δέχεται τη διαφορετικότητα του, να δέχεται τα όρια της ελευθερίας του.

Να ξαναβρούμε τη τρυφερότητα, τον έρωτα, το συναίσθημα, την αισθητική μας, την παιδεία μας, να επικοινωνήσουμε με τη φύση και τους ανθρώπους, για τον Θεό και την Παναγιά.

Τι περιμένουμε – τι περιμένουμε;

Κάθε ηλιοβασίλεμα, είναι ένα βήμα προς το θάνατο, πουθενά αλλού, είμαστε όλοι μελλοθάνατοι με ημερομηνία λήξεως.

Απλώς δε ξέρουμε το timing, πότε θα μας έρθει, αυτό είναι, κι εμείς τι κάνουμε ρε;

Tι κάνουμε;

Αντί να κλάψουμε, όταν δύει ο ήλιος για άλλη μια μέρα που πήγε χαμένη, που δε χαρήκαμε, που δεν ερωτευτήκαμε, που δεν απολαύσαμε τίποτα, λέμε

“Αχ Παναγιά μου, έφυγε και αυτή η μέρα”.

 

Μοιραστείτε το: