Μια εβδομάδα ήταν αρκετή για να καταλάβουμε, μάλλον να θυμηθούμε, πως εδώ στην Θεσσαλονίκη το γνωμικό ισχύει: μας αρέσει να αδικούμαστε για να μπορούμε να φωνάζουμε.

Αυτό κάναμε, κάθε μέρα για μια ολόκληρη εβδομάδα λόγω της διακοπής υδροδότησης. Και μένω Θεσσαλονίκη, στην δυτική της μεριά, κοντά στον αγωγό που σάπισε και χρειάστηκε αλλαγή. Οπότε μπορώ να κακολογήσω την φάρα μου.

Μια εβδομάδα ή λιγότερες ημέρες χωρίς στάλα νερού ήταν αρκετές για να παραλύσει ο κόσμος της πόλης και να κάνει αυτό που κάνει τέλεια, να πανικοβληθεί. Μακροσκελή «κατηγορώ» έκαναν την εμφάνιση τους σε facebook και twitter κάτω από τα διαδικτυακά προφίλ αγανακτισμένων Θεσσαλονικιών οι οποίοι γαύγιζαν για το αυτονόητο που δεν υπήρχε την στιγμή εκείνη και δεν θα υπήρχε για κάποιοι χρονικό διάστημα.

Διαμαρτυρηθήκαμε και πάλι μέσω των social media, τόσο μπροστά είμαστε.

Από την στιγμή που ανακοινώθηκε πως το πρόβλημα δεν θα διορθωθεί την πρώτη ημέρα αμέσως δείξαμε πως έχουμε ανώτερο πνευματικό επίπεδο και έχουμε ανεπτυγμένο το αίσθημα της αλληλοβοήθειας σε απίστευτα υψηλά μεγάλο βαθμό. Αμέσως τρέξαμε σε σούπερ-μάρκετ και ψιλικατζίδικα και εξαφανίσαμε κάθε εξάδα νερού που έτυχε να βρίσκεται στα ράφια, εννοείται με περίσσιο πολιτισμό και σεβασμό ο ένας θαμώνας απέναντι στον άλλο.

Δηλαδή δεν υπήρξαν περιστατικά που στήθηκε καυγάς ανάμεσα σε άνθρωπο ο οποίος είχε σηκώσει τέσσερις εξάδες νερών  και σε άνθρωπο ο οποίος ήταν τελευταίος στην τεράστια ουρά του μαγαζιού συνοδευόμενος με την φράση:

«Άσε ρε μοσχάρι και κανένα για εμάς, οικογένεια έχουν όλοι εδώ μέσα». Μαγεία τέτοιοι διάλογοι που ζέχνουν επίπεδο και πολιτισμό.

Στην συνέχεια, δηλαδή ένα μισάωρο αφού είχαμε σηκώσει κάθε τι που περιείχε νερό στα συστατικά του, στήσαμε ουρές στα κοινόχρηστα σημεία παροχής στις γειτονιές μας. Ακόμη δεν καταλαβαίνω πως ο αγωγός ο οποίος δεν έστελνε σταγόνα στα σπίτια γέμιζε τις βρύσες στα πάρκα.

Τέλος πάντων.

Επίσης εικόνες που αναδεικνύουν το μεσογειακό μας ταπεραμέντο, μετά τον τρίτο κουβά που γέμιζε ο παππούς ακουγόταν η τρίτη στην σειρά γιαγιά να φωνάζει για την υγιεινή στην τουαλέτα της και να προστάζει τον παππού να αφήσει έναν κουβά από τους πέντε που είχε για γέμισμα.

Στα πιο όμορφα σκηνικά, όταν ένας μπάρμπας ήθελε να παρακάμψει μια οικογένεια ολόκληρη και να πλησιάσει την βρύση της επαγγελίας ξεκινούσε μια κλωτσοπατινάδα συνοδευόμενη από ρήσεις και κατάρες, κλασικό ατού των βορείων.

Περνώντας βέβαια οι μέρες συνηθίζαμε, πέρασαν  τρεις ή τέσσερις και αμέσως αρχίσαμε να πλακίζουμε κιόλας με εικόνες που έγραφαν κάθε τι ευφάνταστο το οποίο σατίριζε την έλλειψη νερού, βγαίναμε έξω και μυρίζαμε ο ένας τον άλλον (πάντα για πλάκα, ναι), ξανά μανά δίναμε πόνο και κατάρες στα social media και κατηγορούσαμε κυβέρνηση, αντιπολίτευση, τους τεμπέληδες στην εταιρία ύδρευσης, τον Ιησού Χριστό τον ίδιο, όλη την ανθρωπότητα.

Και συνηθίζαμε την έλλειψη νερού, στην απώλεια νερού και καταλήγαμε στο δεν βαριέσαι.

Κάποτε θα έρθει πάλι.

Δηλαδή συνηθίζαμε στην απώλεια του νερού και κάναμε πλάκα μεταξύ μας, μαλώναμε όταν ο διπλανός τύχαινε μεγαλύτερη μερίδα από την δική μας, κατηγορούσαμε άλλους γιατί έφταιγαν περισσότερο κι όλα αυτά με έναν φίλο μας αγκαζέ που τον λένε πανικό.

Και συνηθίζαμε μια κατάσταση στην οποία αδικούμασταν αλλά δε μας ένοιαζε και τόσο.

Μπορούσαμε να φωνάζουμε. Μέσω διαδικτύου βέβαια, όχι με τρόπο που θα μπορούσε να μας στιγματίσει.

Μοιραστείτε το: