Μπύρα, τσεκ. Τσιγάρα, τσεκ. Μουσική να παίζει, τσεκ. Κανένας τριγύρω, τσεκ. Θα πεθάνεις νέος, τσεκ.
Αυτό είναι το starter pack του κειμενογράφου. Μάλλον του κειμενογράφου που έχει θέματα. Το δικό μου δηλαδή.
Τσεκ.
Όποτε, μα όποτε και να κοιτάζω μια λευκή σελίδα ακόμη κι αν έχω πλάνο για ένα κείμενο, αγχώνομαι.
Αγχώνομαι για το αν θα καταφέρω να γεμίσω την σελίδα ή τις σελίδες αν είμαι τυχερός και κατέβω τον καταραμένο κέρσορα. Ευτυχώς πάντα καταφέρνω και τις γεμίζω, το πώς και με τι δεν θα το κρίνω εγώ, αν έχει ουσία ή όχι το κείμενο θα το κρίνει όποιος και αν το διαβάσει.
Εσείς οι τέσσερις. Ή οι πέντε. Ή οι χίλιοι. ή οι δώδεκα χιλιάδες. Οι όσοι εν πάση περιπτώσει διαβάσουν τις γραμμές ενός ανθρώπου. Του συγκεκριμένου ανθρώπου.
Ήδη γέμισε πέντε αράδες χωρίς να γραφεί κάτι ουσιώδες.
Κάτι τέτοια δύσκολα βράδια θυμάμαι σκηνικά από παλιά, θυμάμαι δικούς μου που πλέον δεν υπάρχουν στον κόσμο τον ορατό και ιστορίες που μου έλεγαν για τέτοια βράδια περίεργα. Για τα βράδια που οι ώρες περνούν σαν μέρες και δεν λένε να τελειώσουν, να πάμε στην επόμενη ημέρα που έχει κάτι να μας προσφέρει. Κι εδώ έρχεται το πρώτο χαστούκι που τρως όταν σκέφτεσαι παραπάνω τέτοιες αηδίες, την ημέρα της εβδομάδας ή την ημέρα του μηνός η οποία έχει μεταμφιεστεί σε στόχο για εσένα και το μόνο που κάνεις είναι να πηγαίνεις κατά ‘κει σαν άλλο βέλος εκτοξευμένο από βαλλίστρα.
Στο ενδιάμεσα τίποτα, δεν υπάρχουν στιγμές, δεν υπάρχει ζωή, δεν υπάρχεις εσύ.
Κάποτε είχε πει ένας διάσημος του τηλε-κουτιού ότι ερχόμαστε στην ζωή απλά για να βγούμε στην σύνταξη και να πεθάνουμε, η ζωή είναι ένα κακό ενδιάμεσο. Δεν το είχα καταλάβει τότε. Αλλά έτσι έχουμε καταντήσει.
Να περιμένουμε την μια ημέρα του μηνός για να βγούμε μια βόλτα, να πιούμε μια μπύρα, να δούμε κάναν φίλο, να πάρουμε τηλέφωνο την μάνα μας, να κάνουμε κάτι το τόσο διαφορετικό από το καθημερινό σαπιστικό τίποτα. Είσαι απλά μια αέναη επιθυμία για μια ώρα, για μια ημέρα που θα έρθει σαν μια ανάσα σε ένα αποπνικτικό χρονικό συνεχές.
Και να σκεφτεί κανείς ότι μέχρι την επίτευξη του στόχου που κυνηγάμε υπάρχει και το ενδιάμεσο, υπάρχει πριν από τον προορισμό η διαδρομή. Και το κρίμα ποιο είναι, πως δεν ξέρεις αν στον δρόμο για τον προορισμό θα σου σκάσει κάνα λάστιχο ή θα σου φύγει καμιά κνήμη. Και στον προορισμό μπορεί και ποτέ να μην φτάσεις, ενώ περνάς από έναν δρόμο με απίστευτη θέα και μαγικά τοπία δεν θα έχεις δει τίποτα γιατί σκεφτόσουν μόνο τον προορισμό, δε θα έχεις βγάλει ούτε μια φωτογραφία έτσι, για τα μάτια του κόσμου.
Όχι τα δικά σου, του κόσμου. Ο κόσμος μετράει περισσότερο. Τζάμπα η διαδρομή.
Καλύτερα δεν είναι να ρίξουμε κάνα βλέφαρο στην διαδρομή μη προσμένοντας και τα καλύτερα στο τέλος της, όπως τον μαγικό προορισμό που βάλαμε στο κεφάλι μας;
Και κάπως έτσι γεμίζει η σελίδα, χαμπάρι δεν το πήρα.
Comments by Απόστολος Σαμακοβλής