Στην γραφή το ωραιότερο που μπορεί να τύχει είναι η έμπνευση. Η αυθόρμητη κι αληθινή, απλή έμπνευση της στιγμής.

Μια τέτοια στιγμή βιώνω τώρα.

Και όχι επειδή έζησα κάτι το συναρπαστικό ή έκανα το οτιδήποτε ηράκλειο. Απλά επειδή τελείωσα μια σειρά στην τηλεόραση.

Θα έρθω στην σειρά στο τέλος.

Είναι στιγμές που κατανοώ πράγματα περισσότερο όταν σαν παρατηρητής τα βλέπω να συμβαίνουν σε τρίτους. Παρόλο που τα ίδια συμβαίνουν και σε εμένα. Ή συνέβησαν στο παρελθόν.

Έτσι λειτουργώ, είμαι ένας παρατηρητής κι όχι ένας δράστης.

Είναι δώδεκα το βράδυ κι όπως λένε όλοι οι μύθοι τα φαντάσματα ξυπνάνε από κάποιο παραμύθι. Παλιός στίχος από μια μπάντα που κάποτε ήταν από τις σημαντικότερες στην καρδιά μου.

Όντως, είναι δώδεκα το βράδυ.

Κι όντως, κάποια φαντάσματα σήμερα ξύπνησαν. Από ποιο παραμύθι δεν μπορώ να πω με σιγουριά, απλά ξύπνησαν.

Ήρθαν να με δουν, είχαν καιρό να εμφανιστούν και τα είχα λίγο επιθυμήσει είναι η αλήθεια. Αλίμονο στον άνθρωπο που δεν επιθυμεί τα φαντάσματα του. Που δεν του λείπουν τα φαντάσματα του.

Και τώρα που σκέφτομαι λίγο παραπάνω, ίσως το αλκοόλ βοήθησε σε αυτό, καταλαβαίνω ότι μου λείπουν.

Όσο κι αν το έχω κρύψει από όλους τους κοντινούς μου ανθρώπους, μου λείπουν. Μου λείπουν οι άνθρωποι που πλέον έγιναν ανάμνηση, η δικιά μου ανάμνηση.

Τα δικά μου φαντάσματα.

Φοβάμαι να πω στον οποιοδήποτε ότι ακόμη και τώρα, τα βλέπω και τα αισθάνομαι κοντά μου. Θυμάμαι τι ζήσαμε όσο ήταν δίπλα μου. Θυμάμαι ότι όσο ήταν δίπλα μου, δεν τα ήθελα κοντά μου. Ναι, τα φαντάσματα.

Αλλά τώρα, τόσα χρόνια μετά κατέληξα να γράφω για αυτά ένα κείμενο που θα διαβαστεί.

Από ένα άτομο ή από δέκα ή από εκατό. Το θέμα είναι πως οι σκέψεις μου θα διαβαστούν και θα σχολιαστούν, ίσως να κατακριθούν.

Περίεργη είναι η ζωή, ακόμη πιο περίεργοι είμαστε όσοι κρατάμε φαντάσματα.

Ναι, έτσι θα λέω όσους έφυγαν από κοντά μας. Όσους είχαν την αναίδεια να κινήσουν για αλλού χωρίς να μας ενημερώσουν πρώτα.

Όσους δεν σκέφτηκαν ότι είμαστε κι εμείς εδώ, όχι μόνο οι ίδιοι.

Όσους ήταν εγωιστές του κερατά και δεν αισθάνθηκαν ότι θα λείψουν.

Και έχω μια μανία με αυτό, να κατηγοριοποιώ ανθρώπους είναι η αλήθεια. Αλλά αυτοί που έφυγαν πλέον δεν είναι άνθρωποι αλλά φαντάσματα.

Και τους κουβαλάω μαζί μου, τους έχω δίπλα μου και καμιά φορά τους μιλάω κιόλας.

Το εκνευριστικό είναι ότι δεν απαντάνε.

Αφού σε βλέπω ακριβώς δίπλα μου, μίλα. Απάντα, πες το οτιδήποτε, αφού βλέπεις και ακούς ότι κάτι δεν πάει καλά.

Πες το μου.

Α ναι, δεν μπορείς. Δεν μπορείς επειδή πλέον δεν είσαι άνθρωπος αλλά φάντασμα.

Συγγνώμη, το ξέχασα, για μισό λεπτό. Το ξέχασα για κάτι δευτερόλεπτα.

Δεν είναι καλό να είσαι κολλημένος στο παρελθόν λένε, δεν βλέπεις το μέλλον που έρχεται και δεν ζεις το παρόν λένε.

Ήθελα να ήξερα όσοι λένε τα παραπάνω πώς ζούσαν στο δικό τους παρελθόν;

Μέσα σε μια γυάλα με μοναδική τους συντροφιά και παρέα τον εαυτό τους, πράγμα που τους οδήγησε να γίνουν κάτι εγωιστές που δεν παίρνουν συμβουλή και κουβέντα από κανέναν;

Δεν θα πάρω.

Θα ζω στο παρελθόν.

Όποτε κλείνω τα μάτια για να κοιμηθώ, θα ζω στο παρελθόν. Όποτε πίνω ένα κρασί παραπάνω, θα ζω στο παρελθόν. Όποτε κάθομαι μόνος μου το βράδυ με ένα τσιγάρο να λαμπαδιάζει, θα ζω στο παρελθόν.

Όποτε δεν χωράω στο παρόν και σιχαίνομαι το μέλλον που έρχεται, θα ζω στο παρελθόν.

Το παρελθόν το πέρασα με ανθρώπους που τώρα τους έχω μόνο στο μυαλό, στην καρδιά και δίπλα μου όποτε θελήσουν να εμφανιστούν.

Θα ζω στο παρελθόν γιατί το παρελθόν μου είναι ποτισμένο με τους ανθρώπους μου.

Με τα φαντάσματα μου.

 

Η σειρά που γέννησε το παραπάνω ανάθεμα είναι το “The Haunting Of Hill House”.

 

 

Μοιραστείτε το: