Κατά τους ιστορικούς ήταν μια πανέμορφη πόλη, με ένα απέραντο ψηλό τείχος. Μια πόλη κάπου στο σημερινό Ιράκ.

Ήταν μια πόλη που είχε βασιλιάδες κι αυλικούς, εχθρούς και φίλους και βρισκόταν για αιώνες ολόκληρους ανάμεσα στις μεγαλύτερες και ενδοξότερες του κόσμου ολόκληρου.

Εννοείται πως μέσω της Βίβλου μαθαίνουμε πως ο ιδρυτής της Βαβυλώνας ήταν ένας εγγονός του Νώε (αλίμονο). Η ιστορία της είναι αχανής και με μια προσεκτική μελέτη της μπορούμε να καταλήξουμε στο μόνο σοβαρό συμπέρασμα, δεν γνωρίζουμε πολλά για αυτήν.

Μετά από πολλές επιδρομές και κατακτήσεις πέρασε από τον τελευταίο μεγάλο Πέρση κατακτητή, Κύρο, στα χέρια του Δαρείου ο οποίος κατάφερε και έκανε την Βαβυλώνα το επιστημονικό κέντρο της Περσικής αυτοκρατορίας.

Αλλά οι καιροί άλλαξαν και πάλι, και πάλι οι Πέρσες είχαν πόλεμο.

Αλλά αυτή τη φορά αφανίστηκαν.

Κι η πόλη πέρασε στα χέρια του Αλεξάνδρου.

Ο Αλέξανδρος ήθελε να την ανοικοδομήσει καθώς οι πολλοί και αβάσταχτα μεγάλοι φόροι των τελευταίων ηγεμόνων, οι εμφύλιες συρράξεις και οι σπαραγμοί, οι αέναοι πόλεμοι με όλο τον τότε γνωστό κόσμο είχαν μεταμορφώσει την πανέμορφη κατά τους ιστορικούς πόλη σε ένα φάντασμα του εαυτού της.

Αλλά η ζωή είχε άλλα σχέδια κι ο Αλέξανδρος πέθανε.

Κι η Βαβυλώνα έμεινε κατεστραμμένη. Κι έπεσε η Βαβυλώνα.

Αλλά η ιδέα της, η γαμημένη ιδέα της ομορφότερης πόλης με τους τόσο περίεργους κατά τις περιγραφές ανθρώπους, έμεινε.

Με τα ψηλά τείχη και τους πυργίσκους, με τους τόσους επιστήμονες και στρατηγούς της. Η ιδέα της μεγαλύτερης σε δόξα πόλης, έμεινε.

Και δεν προσωποποιήθηκε, δεν έμεινε κάποιος βασιλιάς ή αυτοκράτορας ή στρατηγός στην ιστορία. Ή σαν μια ιδέα.

Έμεινε η ίδια η πόλη, η ίδια η Βαβυλώνα. Σαν ιδέα. Ίσως οι βασιλιάδες ή οι στρατηγοί να πέθαναν για αυτήν την πόλη, για αυτήν την ιδέα.

Για αυτό και δεν έμειναν οι ίδιοι στην ιστορία.

Ποιο είναι το συνηθέστερο βιβλίο να βρεις το όνομα της τώρα; Μάλλον από καιρό, από την δημιουργία της προπαγάνδας και του σκεπτικισμού;

Η Αγία Γραφή, με την περίφημη πόρνη της. Με τα εφτά κεφάλια και τα δέκα της κέρατα και τις επιγραφές τις βλάσφημες.

Οι ηγέτες και οι ηγετίσκοι την κατέστρεψαν, ένας είχε βρεθεί να την ανοικοδομήσει και τον σκότωσαν. Έπειτα ήρθε και η επίσημη θρησκεία όλων, η οποία για κάποιο λόγο αμαύρωσε μια για πάντα το όνομα της.

Βαβυλώνα. Η πόρνη της Βαβυλώνας. Με το θεριό της το ανήμερο μαζί.

Πίσω από μια ντουλάπα που τράβηξα να βρω κάνα ψιλό να συμπληρώσω για τσιγάρα, βρήκα το άλμπουμ «Αρχή Επί Τέλους» των Βαβυλώνα.

Κάποτε το άκουγα από το μεσημέρι που τελείωνε το σχολείο μέχρι να έρθει ο πατέρας μου από την δουλειά του.

Ένα άλμπουμ που με έκανε να αγαπήσω ακόμη περισσότερο το Low Bap, την ιδέα του Low Bap.

Η Βαβυλώνα διαλυθήκανε, τα μέλη της προχώρησαν μπροστά κι ένας έφυγε για πάντα. Η ιδέα της Βαβυλώνας και του Low Bap έμεινε. Γιατί;

Επειδή αυτό ακριβώς πάλεψαν να δώσουν, όλοι τους μαζί κι ένας-ένας ξεχωριστά. Μια ιδέα.

Μια ιδέα για κατακραυγή ανισότητας, μια ιδέα για παρακίνηση σε μια αντίθεση (να μην γραφεί αντίσταση και κολλήσουν οι ταμπέλες επάνω μας).

Μια ιδέα για επαναστατικότητα μέσω της μουσικής. Για αρχή κι έπειτα βλέπουμε.

Ένα ψήγμα ιδέας για ελευθερία. Και δεν ήταν οι μόνοι που προσπάθησαν κάτι τέτοιο, ακόμη κι όταν βρίσκονταν στις πρώτες μέρες, τότε που δεν ήξεραν τι ακριβώς πάνε να φτιάξουν.

Όμως το όνομα ήταν και πάλι εκεί, Βαβυλώνα. Η ιδέα ήταν και πάλι εκεί.

Ανά τους αιώνες πόσοι πραγματικά μπήκαν σε ένα λευκό κελί επειδή τόλμησαν να πιστέψουν σε μια ιδέα κι έκαναν ότι μπορούσαν να την δουν να γίνεται πραγματικότητα;

Πολλοί.

Κι αναρωτιέται κάποιος εάν αξίζει για μια ιδέα να θυσιάσεις μέλλον, οικογένεια, προσωπική ευτυχία, ένα σπίτι αγορασμένο με δάνειο, διακοπές ενός μηνός το καλοκαίρι, δημοκρατικές εκλογές κάθε τέσσερα χρόνια.

Και θα απαντήσει ένας άλλος κάποιος πως ένας ιδεολόγος ναι, αξίζει να θυσιάσει τα πάντα για μια ιδέα. Να θυσιάσει ακόμη και την ίδια του την ζωή για μια ιδέα.

Οι άνθρωποι που κάθε σύστημα θα πρέπει να φοβάται είναι αυτοί που δεν έχουν να χάσουν τίποτα άλλο παρά μόνο την ζωή τους.

Να τους φοβάται ακόμη περισσότερο εάν είναι ιδεολόγοι που το μόνο που έχουν να χάσουν είναι η ζωή τους.

Ένα ρητό έλεγε πως: αν κάποιος δεν θυσιαστεί για τις ιδέες του τότε δεν αξίζει φράγκο είτε αυτός, είτε οι ιδέες του.

Έχουμε φτάσει να αξίζουμε λιγότερο σαν άνθρωποι σε σχέση με τις ιδέες μας; Ίσως.

Έχουμε φτάσει στο σημείο να μην έχουμε ιδέες πλέον, απλά να νοιαζόμαστε για όσα χωρέσουν στο παντελόνι και το αύριο να πάει στον αγύριστο; Ίσως και πάλι.

Είμαστε πλέον ένα κοπάδι που ο βοσκός το ροβολάει από εδώ κι από εκεί, είμαστε ένας συρφετός που κάθεται στο ένα πόδι κι ακούει τον κάθε σαλτιμπάγκο περιμένοντας να τον χειροκροτήσει μήπως και πάρει κάνα κόκκαλο με καμιά ψίχα κρέας επάνω;

Είμαστε μια σκιά των προγόνων των ανθρώπων μας, είτε λέγονται Έλληνες, είτε λέγονται Γότθοι, είτε λέγονται Κιμέριοι, είτε λέγονται Ατλάντιοι;

Όχι, δεν πιστεύει κανείς πως έχουμε τόσο ζωοποιηθεί πλέον. Ακόμη υπάρχουν ιδέες κι ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που θα πεθάνουν για αυτές τις ιδέες.

Κι αυτό είναι που τρέμει η οποιαδήποτε μορφή καταπίεσης κι εξουσίας, είτε είναι ένας μπάτσος που καταπατά τον όρκο του, είτε ένας δικαστής που αθωώνει πρεζέμπορες, είτε είναι ένας ιερέας που χαϊδολογάει ότι πρέπει να προστατεύει.

Είτε είναι ένα κράτος βουτηγμένο ως τον λαιμό στα σκατά.

Αξίζει να υπάρχεις για μια ιδέα και να δώσεις και την ζωή σου για αυτήν. Μόνο την ζωή σου έχεις να δώσεις έτσι κι αλλιώς.

Κι ίσως αυτή σου η ιδέα, εάν είμαι εγώ τότε αυτή μου η ιδέα – εάν είμαστε κι οι δυο μας, αυτή μας η ιδέα, ίσως γίνει η νέα Βαβυλώνα σε πολλά χρόνια από τώρα.

Καλύτερα να τα πει ο Τσάρλι Τσάπλιν, σε έναν εξαιρετικό μονόλογο του με την συνοδεία των Active Member.

Μοιραστείτε το: